Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Μία Συνοπτική Αναφορά Στην Ιταλική Αυτονομία

Με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του Ιταλού συγγραφέα και αγωνιστή Νάνι Μπαλεστρίνι αναδημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο που αποτέλεσε μια από τις εισηγήσεις στην παρουσίαση του βιβλίου του Οι Αόρατοι, που πραγματοποιήθηκε στο Αυτόνομο Στέκι τον Νοέμβρη του 2005.

 Το κίνημα της ιταλικής Αυτονομίας

Το κίνημα της ιταλικής Αυτονομίας δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία στην ιταλική κοινωνία. Στηριζόταν σε μια σειρά από κοινωνικούς και πολιτικούς μετασχηματισμούς, τομές, ρήξεις, αναδιαρθρώσεις που από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 λάμβαναν χώρα στην ιταλική επικράτεια. Σε μια επικράτεια που προσπαθούσε να ακολουθήσει την ανάπτυξη της Δ. Ευρώπης κουβαλώντας όμως ιδιομορφίες· κι αυτές συγκροτούσαν ένα εκρηκτικό μίγμα.


Η προϊστορία της ιταλικής Αυτονομίας

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 δημιουργείται στους κύκλους των νεαρών διανοούμενων που έχουν σχέση με την επίσημη Αριστερά (ΚΚΙ-ΣΚΙ) ένας έντονος ριζοσπαστικός προβληματισμός και αμφισβήτηση των παραδοσιακών αντιλήψεων. Η κριτική στην μαρξιστική ορθοδοξία εμπεριέχει τα παρακάτω κύρια σημεία:
Ο καθοδηγητικός ρόλος πρέπει να περάσει στα χέρια των ίδιων των εργατών στα εργοστάσια και στις γειτονιές, εκεί όπου διεξάγεται ο ταξικός αγώνας.
Σε αντίθεση με την παραδοσιακή αριστερά, η κίνηση των εργατών καθορίζει τις κινήσεις του κεφαλαίου και όχι το αντίθετο. Δίνεται έμφαση στις παραγωγικές σχέσεις και όχι στις παραγωγικές δυνάμεις.
Αμφισβητούνται οι παραδοσιακές οργανώσεις του εργατικού κινήματος (κόμματα, συνδικάτα).
Η παραπάνω κριτική εκφράζεται αρχικά μέσα από το περιοδικό ΚΟΚΚΙΝΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ (1961-64) και στη συνέχεια, μέσα από μια διάσπαση, δημιουργείται και το περιοδικό ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ (1964-67)

Είναι η περίοδος που μια νέα εργατική φιγούρα επιβάλλει την παρουσία της στον βιομηχανικό ιταλικό Βορρά: ο πρόσφατος μετανάστης από τον Νότο, που δουλεύει σαν ανειδίκευτος στην αλυσίδα παραγωγής, χωρίς παραδοσιακούς δεσμούς με την συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αυτός, ο «εργάτης-μάζα» (ή «συλλογικός εργάτης»), όπως θα τον αποκαλέσουν οι θεωρητικοί της Αυτονομίας, θα αποτελέσει το υποκείμενο των αγώνων αυτής της δεκαετίας.

Το 1962 μπορούμε να θεωρήσουμε ότι εισερχόμαστε πλέον στη φάση αυτή με τις συγκρούσεις και τις οδομαχίες που ξεσπούν στο Τορίνο, όταν οι εργάτες της FIAT αντιδρούν στην Σ.Σ.Ε. που θα υπογραφεί από το δεξιό συνδικάτο και το εργοδοτικό SIDA. Οι συγκρούσεις αυτές θα διαρκέσουν τρεις ολόκληρες ημέρες και σηματοδοτούν μια περίοδο εργατικών αγώνων πέρα από τα επίσημα συνδικάτα και με κύρια μορφή αγώνα τις Ενωτικές Επιτροπές Βάσης (Comitati Unitari di Base – CUB) που θα συγκροτηθούν μέσα στα εργοστάσια.

Η περίοδος αυτή θα κλείσει το φθινόπωρο του 1969 με τις αντιπαραθέσεις στα εργοστάσια για τις Σ.Σ.Ε. Στις 25 του Σεπτέμβρη στη γενική απεργία θα πάρουν μέρος 60.000 μεταλλεργάτες.
Σ’ αυτήν την περίοδο μια σειρά οργανώσεων της άκρας αριστεράς συγκροτεί το ρεύμα που θα γίνει γνωστό ως Εργατισμός: Εργατική Εξουσία (Potere Operaio), Συνεχής Πάλη(Lotta Continua) , Ομάδα Γκράμσι, Επαναστατικές Κομουνιστικές Επιτροπές. Οι εργατιστές σ’ όλη αυτήν την περίοδο συνδέθηκαν μαζικά με τις αγωνιστικές εμπειρίες του «εργάτη-μάζα». Οι ενέργειές τους διακρίνονται –σε σχέση με υπόλοιπη άκρα αριστερά– ως προς την ευκινησία τους, τον αιφνιδιασμό, τη μαχητικότητα. Συμμετείχαν στις Επιτροπές Βάσης μέχρι να αρχίσουν να αφομοιώνονται από τον επίσημο συνδικαλισμό στα τέλη του ’69.

Η αντεπίθεση του συστήματος

Για ν’ αντιμετωπίσει αυτούς τους αγώνες ο καπιταλισμός αντεπιτίθεται σε δύο μέτωπα:
Καταρχήν μέσα στο εργοστάσιο: για να «σπάσει» τους αγώνες του «εργάτη-μάζα» αρχίζει μια ριζική αναδιάρθρωση, με πάγωμα των προσλήψεων, μαζικές απολύσεις, μεταφορά τμημάτων της παραγωγής έξω από το εργοστάσιο σε εργαστήρια με την μορφή υπεργολαβίας και την εργασία φασόν στο σπίτι. Δημιουργείται με τον τρόπο αυτόν μια μεγάλη μάζα εργατών (κυρίως νέων) κακοπληρωμένων και ανασφάλιστων, που εργάζεται έξω από το φορντικό εργοστάσιο. Αυτοί, οι εκτός εργοστασίου εργάτες, μαζί με τη μαζική εμφάνιση φοιτητών από εργατικές και αγροτικές οικογένειες, ανέργων και περιπλανώμενων εργαζομένων, θα αποτελέσουν το νέο υποκείμενο που θα ονομαστεί «κοινωνικός εργάτης» (το 1970 το περιθωριοποιημένο προλεταριάτο της Ιταλίας υπολογίζεται σε 9.000.000).

Ταυτόχρονα το κράτος αρχίζει να σχεδιάζει και να υλοποιεί τη «στρατηγική της έντασης», εγκαινιάζοντάς την με την τοποθέτηση βόμβας σε τράπεζα στο κέντρο του Μιλάνου, που έχει ως αποτέλεσμα δεκαέξι νεκρούς. Πρόκειται για μια στρατηγική εξώθησης του κινήματος στη στρατιωτική αντιπαράθεση και στη στρατικοποίηση του, διαδικασία που θα κορυφωθεί μέσα σε μια ολόκληρη δεκαετία.

Η κρίση των οργανώσεων

Την περίοδο 1971-72 οι οργανώσεις του εργατισμού θα βρεθούν, χωρίς να το καταλάβουν, σε σοβαρή κρίση. Λόγω της άμπωτης των αγώνων στα εργοστάσια θα περάσουν σε μια διαδικασία κοινωνικής απομόνωσης χωρίς όμως να μειώσουν το επίπεδο αντιπαράθεσης με το κράτος. Η καταστολή θα είναι άγρια. Σε αυτήν τη φάση χιλιάδες αγωνιστές επιλέγουν την έξοδο από τις οργανώσεις και το πέρασμα σε εκατοντάδες κολεκτίβες, επιτροπές, κοινωνικά κέντρα, κατειλημμένα σπίτια.

Το 1973 διαλύεται η Εργατική Εξουσία, ενώ η Συνεχής Πάλη, μετά από διαδοχικές κρίσεις, διαλύεται και αυτή το 1976.

Η Αυτονομία

Εντελώς σχηματικά μπορούμε να θεωρήσουμε ότι, η ιταλικής Αυτονομία κάνει την εμφάνισή της το 1973 βασιζόμενη στα παρακάτω γεγονότα τα οποία, πέρα από τη στήριξη που της παρέχουν, λειτουργούν πλέον και ως προϋποθέσεις για την εμφάνισή της:

Η κρίση και η αποδέσμευση ενός τεράστιου πολιτικού δυναμικού από τις οργανώσεις της άκρας αριστεράς.

Η εμφάνιση του «κοινωνικού εργάτη» ως νέου υποκείμενου και τα νέα πεδία αγώνων ενάντια στον καπιταλισμό, τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τον χώρο του εργοστασίου και διαχέονται πλέον σε ολόκληρη την κοινωνική ζωή στον καπιταλισμό.

Η εμφάνιση μιας ριζοσπαστικότητας που συμπυκνώνεται στο δίπτυχο «συνείδηση-άρνηση» της μισθωτής σχέσης εργασίας.

Η ωρίμανση μιας μακράς διαδικασίας «εργατικής απείθειας»: ο αγώνας ενάντια στη σύνδεση μισθού-παραγωγικότητας καθώς και για την κατάκτηση του «κοινωνικού μισθού» μεταμορφώνεται γρήγορα σε αγώνα ενάντια στην εργασία ως τρόπο ζωής και συγκρότησης της υποκειμενικότητας.

Το 1973 ο όρος «εργατική αυτονομία» αρχίζει να σημαίνει κάτι παραπάνω από αυτοοργάνωση των εργατικών αγώνων πέρα από την συνδικαλιστική διαχείριση. Αφορά επιπλέον συνθήκες ανταλλαγής, παραγωγής και συμβίωσης αυτόνομες από την αστική νομιμότητα

Τα ρεύματα της ιταλικής Αυτονομίας

Σε δύο μεγάλα ρεύματα μπορεί να χωρίσει κανείς την ιταλική Αυτονομία: στην Οργανωμένη Εργατική Αυτονομία και στη Δημιουργική ή Διάχυτη Αυτονομία.

Η πρώτη θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ξεκίνησε σαν μια νεολενιστική και μιλιταριστική τάση, που όμως πρόκρινε την κοινωνική διάδοση συμπεριφορών αντί την πολιτική τους οργάνωση. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα πλήθος επιτροπών, κύκλων, κολεκτίβων με χαλαρό συντονισμό, μεταξύ των οποίων συμμετέχουν διάφορα απομεινάρια των Επιτροπών Βάσης του ’69. Στόχο αποτελεί η οργάνωση και η κυκλοφορία/κοινοποίηση των αγώνων ώστε η αυθόρμητη πάλη να μετατραπεί σε μιαν ακατάπαυστη επίθεση στον καπιταλισμό.

Το ρεύμα της Δημιουργικής Αυτονομίας περιλαμβάνει δύο τάσεις που διαφέρουν κοινωνικά και πολιτικά:
*τους Κύκλους Προλεταριακής Νεολαίας, οι οποίοι αποτελούν ένα αυθόρμητο χαλαρό δίκτυο νέων από τα προάστια. Οι προβληματικές και οι πρακτικές τους εντοπίζονται κυρίως στην άμεση επανοικειοποίηση («προλεταριακά ψώνια»), στην αυτομείωση, στις καταλήψεις και στη δημιουργία κοινωνικών κέντρων και στον αγώνα ενάντια στους εμπόρους της πρέζας.
* τους «Ινδιάνους των Μητροπόλεων», οι οποίοι συγκροτούνται κυρίως στα πανεπιστημιακά κάμπους. Έλκονται από λαούς που είναι κοντά στη φύση και εμπλουτίζουν το κίνημα της Αυτονομίας με τις προβληματικές της Οικολογίας, της εναλλακτικής διατροφής και της ελεύθερης χρήσης χασίς.

Η Αυτονομία αντιπροσώπευε ένα πεδίο διαρκούς καινοτομίας σε σχέση με τις πολιτικές επιλογές.

Ήταν ένας γαλαξίας διαρκούς πειραματισμού που αφορούσε τη δημιουργία δομών βάσης, από εργατικές κολεκτίβες και κοινωνικά κέντρα μέχρι εναλλακτικά ραδιόφωνα και τοπικές εφημερίδες. Στο Μιλάνο, στη Πάδοβα, στο Βένετο, στο Τορίνο, στη Ρώμη, στο Παλέρμο, στη Νάπολη, στη Μπολόνια εκατοντάδες τέτοιες δομές αποτέλεσαν το πολύμορφο κίνημα που ποτέ, όμως, δεν βρήκε ενιαίο τρόπο σκέψης και δράσης.

Οι δομές
 
Αυτόνομες Εργατικές Συνελεύσεις
Αυτόνομη Συσπείρωση της Alfa Romeo
Λέσχες Νεανικού Προλεταριάτου στο Μιλάνο
Εργατικές Επιτροπές Βάσης
Επιτροπή Εργατών-Σπουδαστών στην Πάδοβα
Ενωτικές Επιτροπές Βάσης Σιδηροδρομικών στη Ρώμη
Κολεκτίβα Εργατών-Φοιτητών στην πολυκλινική της Ρώμης
Αυτόνομη Συνέλευση Πόρτο Μαργκέρα
Οι εφημερίδες
«Σέντα Πατρόνι» στην Alfa Romeo
«Λάβορο Ζέρο» στο Πόρτο Μαρκέρα
«Μιριαφιορι Ρόζα» στο Τορίνο
«Ρόσο» στο Μιλάνο
«Σέντα Τρέγκουα» στο Μιλάνο
«Ποτέρε Οπεράιο περί ιλ Κομμουνίσμο» και,μετά το 1977, «Αυτονομία» στο Βενέτο
«Ριβόντα ντι Κλάσε» στη Ρώμη
Τα περιοδικά
«Μετρόπολι»
«Ρε Πριντ»
«Α/Τραβέρσο»: γεννημένο το 1975, θα φτάσει τα 20.000 αντίτυπα το 1977
Τα ραδιόφωνα
Ράδιο Σέργουντ
Ράδιο Όντα Ρόσα
Ράδιο Αλίκη

Στιγμιότυπα 

Το 1970 ο αγώνας για τις μεταφορές στο Βένετο συγκροτείται σε Επιτροπές ανά γραμμή, μπλοκάροντας τα λεωφορεία ενάντια στην αύξηση του εισιτηρίου.
Το 1973 στο Τορίνο η κατάληψη του εργοστασίου της FIAT Μιριαφιόρι θα σημαδέψει σαν εμπειρία όλη την Εργατική Αυτονομία. Τον ίδιο χρόνο πραγματοποιείται επτάμηνη απεργία στην πολυκλινική της Ρώμης, όπου πρωταγωνιστεί η Κολεκτίβα Εργατών-Φοιτητών.
Το 1975 δημιουργούνται οι κολεκτίβες της παντοβιανής Άλτα, που θα πρωταγωνιστήσουν στη «συνδικαλιστικοποίηση» δεκάδων εργοστασίων και εργαστηρίων στην περιοχή.
Το 1976 σημαδεύτηκε από την έφοδο χιλιάδων νέων στη σκάλα του Μιλάνου και λεηλασία πολυτελών μαγαζιών στο κέντρο της πόλης, μετά από πορείες που είχαν καλέσει οι Κύκλοι Προλεταριακής Νεολαίας. Είναι επίσης, η χρονιά που θα αρχίσει η ρήξη μεταξύ ρωμαϊκής και μιλανέζικης Αυτονομίας.
Το 1977 είναι η χρονιά κορύφωσης του κινήματος της Αυτονομίας. Πραγματοποιούνται καταλήψεις στα πανεπιστήμια όλης της Ιταλίας.
Την 1η Μαρτίου φασιστική επίθεση σε γενική συνέλευση στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης προκαλεί τη διαδήλωση χιλιάδων φοιτητών, που χτυπήθηκε με όπλα από τους μπάτσους. Για πρώτη φορά γίνεται χρήση όπλων από την πλευρά των διαδηλωτών.
Στις 17 Μαρτίου συγκρούονται φοιτητές με την περιφρούρηση του Κ.Κ.Ι., όταν ο αρχισυνδικαλιστής Λάμια προσπαθεί να βγάλει λόγο στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης.
Στις 11 Απριλίου πραγματοποιούνται οδομαχίες στην Μπολόνια μετά την δολοφονία συντρόφου από μπάτσο.
Στις 12 Απριλίου 50.000 διαδηλώνουν στη Ρώμη ενάντια στην καταδίκη αναρχικού συντρόφου.
Στις 14 Μαΐου ομάδα νέων επιτίθεται με πιστόλια ενάντια στους μπάτσους και σκοτώνει έναν από αυτούς. Ένα κομμάτι του κινήματος έχει ήδη πλέον κάνει την επιλογή του ένοπλου.
Το καλοκαίρι του ’77 με την βοήθεια του Κ.Κ.Ι. το ιταλικό κράτος φυλακίζει 300 αυτόνομους. Η κρατική καταστολή χτυπάει τις δομές του κινήματος (βιβλιοπωλεία, εκδοτικούς οίκους, ραδιόφωνα, εφημερίδες, κτλ.).
Στα τέλη του Σεπτέμβρη χιλιάδες άτομα παίρνουν μέρος στο συνέδριο που διοργανώνεται στην Μπολόνια ενάντια στην καταστολή. Η ρήξη μεταξύ των στρατιωτικοποιημένων δομών και της Αυτονομίας γίνεται πλέον ανοικτή. Οι ένοπλες ομάδες προσπαθούν να επιβεβαιώσουν την επιρροή τους στο κίνημα.

Στις 7 Απρίλη του 1979 πραγματοποιούνται εκατοντάδες συλλήψεις μελών της Εργατικής Αυτονομίας. Το 1981 χίλιοι από τους τέσσερις χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους ανήκαν στο ρεύμα αυτό.

Τίτλοι τέλους για το κίνημα της ιταλικής Αυτονομίας

Η στρατηγική της έντασης που εφάρμοσε το ιταλικό κράτος σε συνδυασμό με τη δυσκολία συγκρότησης ενός πολιτικού κινήματος ικανού να επικαλείται τις δομές βάσης και να τις επεκτείνει στην πλειοψηφία της κοινωνίας, προσέφερε τη δυνατότητα ηγεμονίας –ως έναν βαθμό– των παράνομων σχηματισμών που προκρίνανε τη στρατιωτική αντιπαράθεση με το κράτος και τις παραδειγματικές ενέργειες, έναντι του κινήματος βάσης και της μαζικής κινηματικής βίας. Το «ανέβασμα» του επιπέδου της βίαιης αντιπαράθεσης με το κράτος δημιούργησε μια αναντιστοιχία διαθέσεων και ρίσκου, τόσο μεταξύ του κινήματος και της κοινωνίας όσο και στο εσωτερικό του ίδιου του κινήματος. Έτσι, το ίδιο το κίνημα έσβησε τελικά, εγκλωβισμένο στη μέγγενη της καταστολής και της στρατιωτικοποίησης.

Ήδη, είχε προηγηθεί η ρήξη του φεμινιστικού κινήματος με το υπόλοιπο κίνημα. Οι προβληματικές που έθεταν οι φεμινίστριες ήταν πολύ δύσκολο να προσδιοριστούν στο πλαίσιο μιας ριζοσπαστικής μεν αλλά με ισχυρά πατριαρχικά κατάλοιπα πολιτικής νοηματοδότησης, να ενταχθούν και να ενσωματωθούν μέσα στο κίνημα. Οι φεμινίστριες έβαλαν το δίλημμα «κάθετος διαχωρισμός ή διπλή στράτευση», και, πλην κάποιων εξαιρέσεων, η πλάστιγγα έγειρε στην πρώτη επιλογή.

Έτσι, ενώ ένα τμήμα της Εργατικής Αυτονομίας περνά στο διάχυτο αντάρτικο πόλης επιλέγοντας την λογική της στρατιωτική αντιπαράθεσης με τον κρατικό μηχανισμό (και επομένως κόβοντας τις γέφυρες με το κοινωνικό υποκείμενο), ένα άλλο, από τους κόλπους της Δημιουργικής Αυτονομίας, επιλέγει /οδηγείται στην απόσυρση, εθίζεται στα ναρκωτικά, επιστρέφει στην ύπαιθρο ή εντάσσεται στο Ριζοσπαστικό Κόμμα (η ιταλική εκδοχή των Πράσινων).
Όλα χαμένα λοιπόν;

Όχι βέβαια. Ακόμα και σήμερα τα σημάδια της Αυτονομίας παραμένουν έντονα στο ιταλικό κίνημα, ένα κίνημα που εξακολουθεί να είναι από τα πιο δυνατά στην Ευρώπη: αναρχικοί, κοινωνικά κέντρα, COBAS, YA BASTA, εναλλακτικά ραδιόφωνα, δίνουν ακόμα τη μάχη του κοινωνικού ανταγωνισμού.

Στο παγκόσμιο επίπεδο, τόσο το θεωρητικό οπλοστάσιο της Αυτονομίας όσο και οι εμπειρίες του εργαστηρίου κινηματικών πειραματισμών δεν παύουν να αποτελούν μια μεγάλη παρακαταθήκη, ικανή να εμπλουτίσει ανά πάσα στιγμή κάθε δράση αντίστασης του αντιεξουσιαστικού χώρου.

 Νοέμβρης 2005

Πηγή : poli-k  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Κοινή ανακοίνωση 5 οργανώσεων: Με μαχητική ενότητα απέναντι στη νεοφιλελεύθερη προέλαση

Η φετινή ΔΕΘ αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα της αντίδρασης των εργαζομένων και της νεολαίας απέναντι στην κυβέρνηση, στο κεφαλαίο και...